Κάταγμα ώμου

ΕΝΟΤΗΤΕΣ

    Η άρθρωση του ώμου είναι η πιο ευκίνητη άρθρωση, επιτρέποντας στο άνω άκρο να πραγματοποιεί μια σειρά από κινήσεις. Όμως, η ευκινησία αυτή συμβάλλει και στον συχνό τραυματισμό των οστών, των μυών και των τενόντων που την απαρτίζουν. Ένα κάταγμα ώμου αν και δεν είναι τόσο συχνό, όσο είναι μια εξάρθρωση, μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας.

     

    Λίγα λόγια για την άρθρωση του ώμου

    Η άρθρωση του ώμου ενώνει τα άνω άκρα με το υπόλοιπο σώμα. Σχηματίζεται από τη συνένωση τριών οστών, της κλείδας, της ωμοπλάτης και του βραχιονίου οστού. Τη σταθερότητα της άρθρωσης του ώμου εξασφαλίζει μια πληθώρα μυών και τενόντων. Έτσι, η άρθρωση του ώμου μπορεί να πραγματοποιεί κινήσεις όπως κάμψη και έκταση, καθώς και προσαγωγή και απαγωγή.

     

    Ποιοι είναι πιο επιρρεπείς σε ένα κάταγμα ώμου;

    Τα κατάγματα ώμου μπορεί  να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία, όμως πιο επιρρεπείς σε αυτά είναι οι ηλικιωμένοι ασθενείς. Σημαντικό ρόλο παίζει σε αυτή την περίπτωση η οστεοπόρωση, η οποία κάνει τα οστά εύθραυστα και ευάλωτα στα κατάγματα.  Στους νεότερους ασθενείς η εκδήλωση ενός κατάγματος ώμου οφείλεται σε κάποια κάκωση υψηλής ενέργειας.

     

    Πώς προκαλούνται τα κατάγματα ώμου;

    Ένα κάταγμα ώμου συνήθως είναι απόρροια μίας πτώσης πάνω στον ώμο. Ειδικά στους νέους ασθενείς τα κατάγματα ώμου συμβαίνουν κατά τη διάρκεια κάποιας αθλητικής δραστηριότητας ή εξαιτίας κάποιου τροχαίου ατυχήματος.

     

    Κάταγμα ώμου: Σε ποια είδη ταξινομείται;

    Οποιοδήποτε από τα τρία οστά που προαναφέρθηκαν ότι σχηματίζουν την άρθρωση του ώμου, μπορεί να υποστεί κάταγμα. Πιο συγκεκριμένα, τα κατάγματα ώμου ταξινομούνται σε:

    • Κάταγμα κλείδας: Το συγκεκριμένο κάταγμα είναι αρκετά συχνό σε αθλήματα επαφής και είναι αποτέλεσμα ενός άμεσου χτυπήματος στο οστό της κλείδας.
    • Κάταγμα βραχιόνιου: είναι ένα από τα πιο συχνά κατάγματα, καθώς αποτελούν το 5% των συνολικών καταγμάτων. Συνήθως δεν εμφανίζουν μεγάλη παρεκτόπιση και αντιμετωπίζονται κυρίως συντηρητικά. Το κάταγμα βραχιονίου υποκατηγοριοποιείται σε κατάγματα του μείζονος βραχιονίου ογκώματος, κατάγματα του ελάσσονος βραχιονίου ογκώματος, κατάγματα του χειρουργικού αυχένα και κατάγματα της βραχιονίου κεφαλής.
    • Κάταγμα ωμοπλάτης: τα κατάγματα ωμοπλάτης είναι σπάνια, καθώς περιβάλλεται από μύες και τένοντες που της εξασφαλίζουν σταθερότητα.

     

    Ποια συμπτώματα εμφανίζει ένα κάταγμα ώμου;

    Ανάλογα τον τύπο του κατάγματος διαφοροποιείται ελαφρώς και η συμπτωματολογία. Σε γενικές γραμμές, τα συμπτώματα που εκδηλώνονται μετά από ένα κάταγμα ώμου είναι τα κάτωθι:

    • Έντονος πόνος
    • Οίδημα
    • Μωλωπισμός
    • Αδυναμία κίνησης του άκρου
    • Κριγμός
    • Παραμόρφωση της άρθρωσης

     

    Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;

    Η διάγνωση ενός κατάγματος ώμου πραγματοποιείται μέσω της λήψης του ιστορικού του ασθενούς και της κλινικής εξέτασής του. Οι απεικονιστικές εξετάσεις που συμβάλλουν στη διάγνωση είναι οι απλές ακτινογραφίες. Σε κάποιες περιπτώσεις, εκτός από την απλή ακτινογραφία, ίσως απαιτηθεί και η διενέργεια αξονικής τομογραφίας. Για παράδειγμα στα κατάγματα ωμοπλάτης, η αξονική τομογραφία είναι απαραίτητη κυρίως για την ανάδειξη πιθανών συνοδών βλαβών.

     

    Ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία για ένα κάταγμα ώμου;

    Η αντιμετώπιση των καταγμάτων ώμου ενδέχεται να είναι συντηρητική ή χειρουργική και το θεραπευτικό πλάνο που θα εφαρμοστεί εξαρτάται από το είδος του κατάγματος.

    Ειδικότερα, τα κατάγματα της κεφαλής βραχιονίου αντιμετωπίζονται συντηρητικά, εάν και εφόσον δεν είναι παρεκτοπισμένα. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει:

    • Ακινητοποίηση του ώμου για 3-4 εβδομάδες
    • Χορήγηση αναλγητικών φαρμάκων
    • Παγοθεραπεία
    • Φυσικοθεραπεία

    Εάν το κάταγμα είναι παρεκτοπισμένο, η αποκατάσταση του κατάγματος είναι χειρουργική. Οι μέθοδοι που εφαρμόζονται είναι η εσωτερική οστεοσύνθεση, η ημιαρθροπλαστική ώμου, η ανάστροφη ολική αρθροπλαστική ώμου κ.ά.

    Τα κατάγματα κλείδας αντιμετωπίζονται συνήθως με ακινητοποίηση του πάσχοντος άκρου, πάνω στον κορμό του ασθενούς. Επίσης, χορηγούνται αναλγητικά και στην αποκατάσταση συμβάλλει σημαντικά και η φυσικοθεραπεία.  Σε περιπτώσεις που το κάταγμα κλείδας είναι παρεκτοπισμένο, τότε η χειρουργική αποκατάστασή του είναι μονόδρομος.

    Τέλος, η θεραπεία των καταγμάτων ωμοπλάτης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σημείο τους. Η θεραπεία τους μπορεί να είναι συντηρητική ή χειρουργική, ανάλογα με το εάν εντοπίζεται παρεκτόπιση ή όχι.

     

    Ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός Νίκος Βέργαδος διαθέτει μεγάλη εμπειρία στην αντιμετώπιση καταγμάτων ώμου και βρίσκεται στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε απορία ή διευκρίνιση σχετικά με τα κατάγματα ώμου και τον τρόπο αντιμετώπισής τους. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας για να λάβετε εξατομικευμένη θεραπεία για οποιοδήποτε ορθοπαιδικό πρόβλημα σας ταλαιπωρεί.

    ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
    ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ